Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀδιαληπτεύω
ἀδιάληπτος
ἀδιαληψία
ἀδιάλλακτος
ἀδιαλόγιστος
ἀδιάλυτος
ἀδιαμάρτητος
ἀδιαμόρφωτος
ἀδιανοησία
ἀδιανοητεύομαι
ἀδιανόητος
ἀδίαντος
ἀδιάξεστος
ἀδιαπάτητος
ἀδιάπαυστος
ἀδιάπεπτος
ἀδιάπλαστος
ἀδιαπνευστέω
ἀδιαπνευστία
ἀδιάπνευστος
ἀδιαπόνητος
View word page
ἀδιανόητος
unintelligible

ShortDef

unintelligible

Debugging

Headword:
ἀδιανόητος
Headword (normalized):
ἀδιανόητος
Headword (normalized/stripped):
αδιανοητος
IDX:
1112
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1113
Key:

Data

{'content': 'unintelligible'}