Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποκαθέζομαι
ἀποκαθεστάθην
ἀποκαθεύδω
ἀποκάθημαι
ἀποκαθίζω
ἀποκάθισμα
ἀποκαθίστημι
ἀποκαίνυμαι
ἀποκαίριος
ἀποκαισαρόομαι
ἀποκαίω
ἀποκακέω
ἀποκάκησις
ἀποκαλαμουργέω
ἀποκαλέω
ἀποκαλλωπίζω
ἀποκάλυμμα
ἀποκαλυπτέος
ἀποκαλύπτω
ἀποκάλυφος
ἀποκάλυψις
View word page
ἀποκαίω
to burn off
ShortDef
to burn off
Debugging
Headword:
ἀποκαίω
Headword (normalized):
ἀποκαίω
Headword (normalized/stripped):
αποκαιω
IDX:
11112
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11113
Key:
Data
{'content': 'to burn off'}