Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄποινος
ἄποιος
ἀποιστέον
ἀποϊστεύω
ἀποίχομαι
ἀποιωνίζομαι
ἀποιωνισμός
ἀποκαθαίρω
ἀποκαθαρίζω
ἀποκάθαρμα
ἀποκάθαρσις
ἀποκαθαρτέον
ἀποκαθαρτικός
ἀποκαθέζομαι
ἀποκαθεστάθην
ἀποκαθεύδω
ἀποκάθημαι
ἀποκαθίζω
ἀποκάθισμα
ἀποκαθίστημι
ἀποκαίνυμαι
View word page
ἀποκάθαρσις
a clearing off, purging

ShortDef

a clearing off, purging

Debugging

Headword:
ἀποκάθαρσις
Headword (normalized):
ἀποκάθαρσις
Headword (normalized/stripped):
αποκαθαρσις
IDX:
11099
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11100
Key:

Data

{'content': 'a clearing off, purging'}