Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀδιάκοπος
ἀδιακόρευτος
ἀδιακόσμητος
ἀδιακρισία
ἀδιάκριτος
ἀδιακωλύτως
ἀδιάλειπτος
ἀδιάλεκτος
ἀδιαληπτεύω
ἀδιάληπτος
ἀδιαληψία
ἀδιάλλακτος
ἀδιαλόγιστος
ἀδιάλυτος
ἀδιαμάρτητος
ἀδιαμόρφωτος
ἀδιανοησία
ἀδιανοητεύομαι
ἀδιανόητος
ἀδίαντος
ἀδιάξεστος
View word page
ἀδιαληψία
confusion, obscurity

ShortDef

confusion, obscurity

Debugging

Headword:
ἀδιαληψία
Headword (normalized):
ἀδιαληψία
Headword (normalized/stripped):
αδιαληψια
IDX:
1104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1105
Key:

Data

{'content': 'confusion, obscurity'}