Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποδοκιμαστέος
ἀποδοκιμαστής
ἀποδοκιμαστικός
ἀποδοκιμάω
ἀποδόκιμος
ἀπόδομα
ἀποδόντωσις
ἀποδορά
ἄποδος
ἀποδόσιμος
ἀπόδοσις
ἀποδόσμιος
ἀποδοσμός
ἀποδοτέον
ἀποδοτέος
ἀποδοτικός
ἀπόδοτος
ἀπόδουλος
ἀποδοχεῖον
ἀποδοχεύς
ἀποδοχή
View word page
ἀπόδοσις
a giving back, restitution, return
ShortDef
a giving back, restitution, return
Debugging
Headword:
ἀπόδοσις
Headword (normalized):
ἀπόδοσις
Headword (normalized/stripped):
αποδοσις
IDX:
10932
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10933
Key:
Data
{'content': 'a giving back, restitution, return'}