Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποδιΐστημι
ἀποδικάζω
ἀποδικεῖν
ἀποδικέω
ἀπόδικος
ἀποδινέω
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιοπόμπησις
ἀποδιοπομπητέον
ἀποδιορίζω
ἀποδιορισμός
ἀποδιοριστέον
ἀποδιπλόομαι
ἀποδίς
ἀποδισκεύω
ἀποδιφθερόομαι
ἀποδιψάω
ἀποδίωγμα
ἀποδιωθέω
ἀποδιωκτέον
ἀποδίωκτος
View word page
ἀποδιορισμός
division, separation

ShortDef

division, separation

Debugging

Headword:
ἀποδιορισμός
Headword (normalized):
ἀποδιορισμός
Headword (normalized/stripped):
αποδιορισμος
IDX:
10905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10906
Key:

Data

{'content': 'division, separation'}