Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποδιδράσκω
ἀποδιδύσκω
ἀποδίδωμι
ἀποδιηθέω
ἀποδιΐστημι
ἀποδικάζω
ἀποδικεῖν
ἀποδικέω
ἀπόδικος
ἀποδινέω
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιοπόμπησις
ἀποδιοπομπητέον
ἀποδιορίζω
ἀποδιορισμός
ἀποδιοριστέον
ἀποδιπλόομαι
ἀποδίς
ἀποδισκεύω
ἀποδιφθερόομαι
ἀποδιψάω
View word page
ἀποδιοπομπέομαι
to avert threatened evils by offerings to Zeus, to conjure away
ShortDef
to avert threatened evils by offerings to Zeus, to conjure away
Debugging
Headword:
ἀποδιοπομπέομαι
Headword (normalized):
ἀποδιοπομπέομαι
Headword (normalized/stripped):
αποδιοπομπεομαι
IDX:
10901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10902
Key:
Data
{'content': 'to avert threatened evils by offerings to Zeus, to conjure away'}