Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποδιάστασις
ἀποδιαστέλλω
ἀποδιαστολή
ἀποδιαστρέφω
ἀποδιατίθεμαι
ἀποδιατρίβω
ἀποδιδάσκω
ἀποδιδρασκίνδα
ἀποδιδράσκω
ἀποδιδύσκω
ἀποδίδωμι
ἀποδιηθέω
ἀποδιΐστημι
ἀποδικάζω
ἀποδικεῖν
ἀποδικέω
ἀπόδικος
ἀποδινέω
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιοπόμπησις
ἀποδιοπομπητέον
View word page
ἀποδίδωμι
to give back, give what is due; (mid.) sell

ShortDef

to give back, give what is due; (mid.) sell

Debugging

Headword:
ἀποδίδωμι
Headword (normalized):
ἀποδίδωμι
Headword (normalized/stripped):
αποδιδωμι
IDX:
10893
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10894
Key:

Data

{'content': 'to give back, give what is due; (mid.) sell'}