Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποδιανομή
ἀποδιαπέμπομαι
ἀποδιάστασις
ἀποδιαστέλλω
ἀποδιαστολή
ἀποδιαστρέφω
ἀποδιατίθεμαι
ἀποδιατρίβω
ἀποδιδάσκω
ἀποδιδρασκίνδα
ἀποδιδράσκω
ἀποδιδύσκω
ἀποδίδωμι
ἀποδιηθέω
ἀποδιΐστημι
ἀποδικάζω
ἀποδικεῖν
ἀποδικέω
ἀπόδικος
ἀποδινέω
ἀποδιοπομπέομαι
View word page
ἀποδιδράσκω
to run away
ShortDef
to run away
Debugging
Headword:
ἀποδιδράσκω
Headword (normalized):
ἀποδιδράσκω
Headword (normalized/stripped):
αποδιδρασκω
IDX:
10891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10892
Key:
Data
{'content': 'to run away'}