Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποδιάληψις
ἀποδιαλύω
ἀποδιανομή
ἀποδιαπέμπομαι
ἀποδιάστασις
ἀποδιαστέλλω
ἀποδιαστολή
ἀποδιαστρέφω
ἀποδιατίθεμαι
ἀποδιατρίβω
ἀποδιδάσκω
ἀποδιδρασκίνδα
ἀποδιδράσκω
ἀποδιδύσκω
ἀποδίδωμι
ἀποδιηθέω
ἀποδιΐστημι
ἀποδικάζω
ἀποδικεῖν
ἀποδικέω
ἀπόδικος
View word page
ἀποδιδάσκω
teach not

ShortDef

teach not

Debugging

Headword:
ἀποδιδάσκω
Headword (normalized):
ἀποδιδάσκω
Headword (normalized/stripped):
αποδιδασκω
IDX:
10889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10890
Key:

Data

{'content': 'teach not'}