Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποδημητικός
ἀποδημία
ἀπόδημος
ἀποδία
ἀποδιαγράφω
ἀποδιαιρέω
ἀποδιαιτάω
ἀποδιάκειμαι
ἀποδιακλασμός
ἀποδιακρίνω
ἀποδιαλαμβάνω
ἀποδιαληπτός
ἀποδιάληψις
ἀποδιαλύω
ἀποδιανομή
ἀποδιαπέμπομαι
ἀποδιάστασις
ἀποδιαστέλλω
ἀποδιαστολή
ἀποδιαστρέφω
ἀποδιατίθεμαι
View word page
ἀποδιαλαμβάνω
set apart

ShortDef

set apart

Debugging

Headword:
ἀποδιαλαμβάνω
Headword (normalized):
ἀποδιαλαμβάνω
Headword (normalized/stripped):
αποδιαλαμβανω
IDX:
10877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10878
Key:

Data

{'content': 'set apart'}