Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποδεισιδαιμονέω
ἀποδεκάτευσις
ἀποδεκατόω
ἀποδεκτέον
ἀποδεκτέος
ἀποδεκτήρ
ἀποδέκτης
ἀποδεκτός
ἀποδενδρόομαι
ἀπόδεξις
ἀπόδερμα
ἀποδερματίζω
ἀποδερματισμός
ἀποδερματόομαι
ἀποδερτρόω
ἀποδέρω
ἀπόδεσις
ἀποδεσμεύω
ἀπόδεσμος
ἀποδέχομαι
ἀποδέω
View word page
ἀπόδερμα
a hide stripped off

ShortDef

a hide stripped off

Debugging

Headword:
ἀπόδερμα
Headword (normalized):
ἀπόδερμα
Headword (normalized/stripped):
αποδερμα
IDX:
10851
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10852
Key:

Data

{'content': 'a hide stripped off'}