Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποδαίομαι
ἀποδάκνω
ἀποδάκρῦσις
ἀποδακρῦτικός
ἀποδακρύω
ἀποδαμέω
ἀπόδαμος
ἀποδαπανάω
ἀποδαρθάνω
ἀπόδαρμα
ἀποδαρμός
ἀποδάσμιος
ἀποδασμός
ἀπόδαστος
ἀποδατέομαι
ἀποδαψιλεύομαι
ἀποδεδειγμένως
ἀποδεδειλιακότως
ἀποδεής
ἀποδειδίσσομαι
ἀποδείκνυμι
View word page
ἀποδαρμός
ingluvies

ShortDef

ingluvies

Debugging

Headword:
ἀποδαρμός
Headword (normalized):
ἀποδαρμός
Headword (normalized/stripped):
αποδαρμος
IDX:
10817
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10818
Key:

Data

{'content': 'ingluvies'}