Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπογκέω
ἀπογκόω
ἀπογλαυκόομαι
ἀπογλαύκωσις
ἀπογλάφομαι
ἀπόγλουτος
ἀπογλυκαίνω
ἀπογλυφή
ἀπογλύφω
ἀπογλωττίζομαι
ἀπόγνοια
ἀπογνώσιμος
ἀπόγνωσις
ἀπογνωστέον
ἀπογνωστής
ἀπογνωστικῶς
ἀπογομή
ἀπογομόω
ἀπογονή
ἀπόγονος
ἀπογραΐζω
View word page
ἀπόγνοια
despair of
ShortDef
despair of
Debugging
Headword:
ἀπόγνοια
Headword (normalized):
ἀπόγνοια
Headword (normalized/stripped):
απογνοια
IDX:
10784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10785
Key:
Data
{'content': 'despair of'}