Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόγευσις
ἀπογεύω
ἀπογεφυρόω
ἀπογηράσκω
ἀπογίγνομαι
ἀπογιγνώσκω
ἀπογκέω
ἀπογκόω
ἀπογλαυκόομαι
ἀπογλαύκωσις
ἀπογλάφομαι
ἀπόγλουτος
ἀπογλυκαίνω
ἀπογλυφή
ἀπογλύφω
ἀπογλωττίζομαι
ἀπόγνοια
ἀπογνώσιμος
ἀπόγνωσις
ἀπογνωστέον
ἀπογνωστής
View word page
ἀπογλάφομαι
scrape off from oneself, obliterate

ShortDef

scrape off from oneself, obliterate

Debugging

Headword:
ἀπογλάφομαι
Headword (normalized):
ἀπογλάφομαι
Headword (normalized/stripped):
απογλαφομαι
IDX:
10778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10779
Key:

Data

{'content': 'scrape off from oneself, obliterate'}