Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποβλάστημα
ἀποβλάστησις
ἀπόβλεμμα
ἀποβλεπτέον
ἀπόβλεπτος
ἀποβλέπω
ἀπόβλεψις
ἀπόβλημα
ἀποβλήσιμος
ἀπόβλησις
ἀποβλητέος
ἀποβλητικός
ἀπόβλητος
ἀποβλίττω
ἀποβλύζω
ἀποβλώσκω
ἀποβολεύς
ἀποβολή
ἀποβολιμαῖος
ἀποβόομαι
ἀποβορρότατος
View word page
ἀποβλητέος
to be thrown away, rejected

ShortDef

to be thrown away, rejected

Debugging

Headword:
ἀποβλητέος
Headword (normalized):
ἀποβλητέος
Headword (normalized/stripped):
αποβλητεος
IDX:
10720
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10721
Key:

Data

{'content': 'to be thrown away, rejected'}