Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόβασις
ἀποβατήριος
ἀποβάτης
ἀποβατικός
ἀποβδελύττομαι
ἀποβελίζω
ἀποβηματίζω
ἀποβήσσω
ἀποβιάζομαι
ἀποβιβάζω
ἀποβιβασμός
ἀποβιβρώσκω
ἀποβιόω
ἀποβίωσις
ἀποβλάπτω
ἀποβλαστάνω
ἀποβλάστημα
ἀποβλάστησις
ἀπόβλεμμα
ἀποβλεπτέον
ἀπόβλεπτος
View word page
ἀποβιβασμός
disembarkation

ShortDef

disembarkation

Debugging

Headword:
ἀποβιβασμός
Headword (normalized):
ἀποβιβασμός
Headword (normalized/stripped):
αποβιβασμος
IDX:
10704
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10705
Key:

Data

{'content': 'disembarkation'}