Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπνευστιάζω
ἄπνευστος
ἀπνοέω
ἄπνοια
ἄπνοος
ἀπό
ἀποαφύσσω
ἀποβαδίζω
ἀποβάθρα
ἀπόβαθρα
ἀποβαίνω
ἀποβάλλω
ἀπόβαμμα
ἀποβάπτω
ἀποβασιλεύς
ἀπόβασις
ἀποβατήριος
ἀποβάτης
ἀποβατικός
ἀποβδελύττομαι
ἀποβελίζω
View word page
ἀποβαίνω
to step off from

ShortDef

to step off from

Debugging

Headword:
ἀποβαίνω
Headword (normalized):
ἀποβαίνω
Headword (normalized/stripped):
αποβαινω
IDX:
10689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10690
Key:

Data

{'content': 'to step off from'}