Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπνεύμων
ἀπνευστί
ἀπνευστία
ἀπνευστιάζω
ἄπνευστος
ἀπνοέω
ἄπνοια
ἄπνοος
ἀπό
ἀποαφύσσω
ἀποβαδίζω
ἀποβάθρα
ἀπόβαθρα
ἀποβαίνω
ἀποβάλλω
ἀπόβαμμα
ἀποβάπτω
ἀποβασιλεύς
ἀπόβασις
ἀποβατήριος
ἀποβάτης
View word page
ἀποβαδίζω
go away

ShortDef

go away

Debugging

Headword:
ἀποβαδίζω
Headword (normalized):
ἀποβαδίζω
Headword (normalized/stripped):
αποβαδιζω
IDX:
10686
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10687
Key:

Data

{'content': 'go away'}