Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπλυσία
ἀπλυσία2
ἄπλυτος
ἅπλωμα
ἁπλῶς
ἅπλωσις
ἁπλωτέον
ἁπλωτικός
ἄπλωτος
ἀπνεύματος
ἀπνεύμων
ἀπνευστί
ἀπνευστία
ἀπνευστιάζω
ἄπνευστος
ἀπνοέω
ἄπνοια
ἄπνοος
ἀπό
ἀποαφύσσω
ἀποβαδίζω
View word page
ἀπνεύμων
without breath
ShortDef
without breath
Debugging
Headword:
ἀπνεύμων
Headword (normalized):
ἀπνεύμων
Headword (normalized/stripped):
απνευμων
IDX:
10676
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10677
Key:
Data
{'content': 'without breath'}