Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπλόκαμος
ἄπλοκος
Ἁπλοκύων
ἄπλοος
ἁπλόος
ἁπλοπαθής
ἁπλοσχήμων
ἁπλότης
ἁπλοτομέω
ἁπλοτομία
ἄπλουτος
ἁπλόω
ἀπλυσία
ἀπλυσία2
ἄπλυτος
ἅπλωμα
ἁπλῶς
ἅπλωσις
ἁπλωτέον
ἁπλωτικός
ἄπλωτος
View word page
ἄπλουτος
without riches

ShortDef

without riches

Debugging

Headword:
ἄπλουτος
Headword (normalized):
ἄπλουτος
Headword (normalized/stripped):
απλουτος
IDX:
10664
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10665
Key:

Data

{'content': 'without riches'}