Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁπλοΐζομαι
ἁπλοϊκός
ἁπλοΐς
ἀπλόκαμος
ἄπλοκος
Ἁπλοκύων
ἄπλοος
ἁπλόος
ἁπλοπαθής
ἁπλοσχήμων
ἁπλότης
ἁπλοτομέω
ἁπλοτομία
ἄπλουτος
ἁπλόω
ἀπλυσία
ἀπλυσία2
ἄπλυτος
ἅπλωμα
ἁπλῶς
ἅπλωσις
View word page
ἁπλότης
singleness: simplicity, frankness

ShortDef

singleness: simplicity, frankness

Debugging

Headword:
ἁπλότης
Headword (normalized):
ἁπλότης
Headword (normalized/stripped):
απλοτης
IDX:
10661
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10662
Key:

Data

{'content': 'singleness: simplicity, frankness'}