Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπλήστοινος
ἄπληστος
ἄπλητος
ἄπλια
ἀπλίκιτον
ἁπλοειδής
ἁπλόθριξ
ἄπλοια
ἁπλοΐζομαι
ἁπλοϊκός
ἁπλοΐς
ἀπλόκαμος
ἄπλοκος
Ἁπλοκύων
ἄπλοος
ἁπλόος
ἁπλοπαθής
ἁπλοσχήμων
ἁπλότης
ἁπλοτομέω
ἁπλοτομία
View word page
ἁπλοΐς
simple, single

ShortDef

simple, single

Debugging

Headword:
ἁπλοΐς
Headword (normalized):
ἁπλοΐς
Headword (normalized/stripped):
απλοις
IDX:
10653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10654
Key:

Data

{'content': 'simple, single'}