Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπηθητέον
ἀπήκοος
ἀπηκριβωμένως
ἄπηκτος
ἀπηλεγέω
ἀπηλεγέως
ἀπηλιαστής
ἀπηλιθιόομαι
ἀπηλιώτης
ἀπηλιωτικός
ἀπηλλαρμένως
ἀπήμαντος
ἀπημελημένως
ἀπήμιος
ἀπημοσύνη
ἀπήμων
ἀπήνα
ἀπήνεια
ἀπήνεμος
ἀπήνη
ἀπηνής
View word page
ἀπηλλαρμένως
apart from
ShortDef
apart from
Debugging
Headword:
ἀπηλλαρμένως
Headword (normalized):
ἀπηλλαρμένως
Headword (normalized/stripped):
απηλλαρμενως
IDX:
10530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10531
Key:
Data
{'content': 'apart from'}