Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπέχθομαι
ἀπεχθρεύω
ἀπέχω
ἀπεψία
ἀπηγορέομαι
ἀπηγόρημα
ἀπήδαλος
ἀπηθέω
ἀπήθημα
ἀπηθητέον
ἀπήκοος
ἀπηκριβωμένως
ἄπηκτος
ἀπηλεγέω
ἀπηλεγέως
ἀπηλιαστής
ἀπηλιθιόομαι
ἀπηλιώτης
ἀπηλιωτικός
ἀπηλλαρμένως
ἀπήμαντος
View word page
ἀπήκοος
disobedient
ShortDef
disobedient
Debugging
Headword:
ἀπήκοος
Headword (normalized):
ἀπήκοος
Headword (normalized/stripped):
απηκοος
IDX:
10521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10522
Key:
Data
{'content': 'disobedient'}