Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπεσχαρωτικός
ἀπέτηλος
ἄπετρος
ἀπευδιασμός
ἀπευδοκιμῶ
ἀπευθανατίζω
ἀπευθής
ἀπευθυνσις
ἀπευθυντέον
ἀπευθύνω
ἄπευκος
ἀπευκταῖος
ἀπευκτικός
ἀπευκτός
ἀπεύλογον
ἀπευλυτέω
ἀπευνάζω
ἀπευτακτέω
ἀπευφημέω
ἀπευφημισμός
ἀπευχαριστέω
View word page
ἄπευκος
without resin

ShortDef

without resin

Debugging

Headword:
ἄπευκος
Headword (normalized):
ἄπευκος
Headword (normalized/stripped):
απευκος
IDX:
10486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10487
Key:

Data

{'content': 'without resin'}