Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀπέσας
ἀπεσθέομαι
ἀπεσθίω
ἀπεσκής
ἀπεσσούα
ἀπεστώ
ἀπεσχαρόω
ἀπεσχαρωτικός
ἀπέτηλος
ἄπετρος
ἀπευδιασμός
ἀπευδοκιμῶ
ἀπευθανατίζω
ἀπευθής
ἀπευθυνσις
ἀπευθυντέον
ἀπευθύνω
ἄπευκος
ἀπευκταῖος
ἀπευκτικός
ἀπευκτός
View word page
ἀπευδιασμός
making calm

ShortDef

making calm

Debugging

Headword:
ἀπευδιασμός
Headword (normalized):
ἀπευδιασμός
Headword (normalized/stripped):
απευδιασμος
IDX:
10479
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10480
Key:

Data

{'content': 'making calm'}