Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπερριμμένως
ἀπέρρω
ἀπερρωγώς
ἀπερυγγάνω
ἀπερυθριάω
ἀπερύκω
ἀπερυσιβόω
ἀπερύω
ἀπέρχομαι
ἀπερωεύς
ἀπερωέω
ἀπερωπός
ἀπέρωτος
Ἀπέσας
ἀπεσθέομαι
ἀπεσθίω
ἀπεσκής
ἀπεσσούα
ἀπεστώ
ἀπεσχαρόω
ἀπεσχαρωτικός
View word page
ἀπερωέω
to retire

ShortDef

to retire

Debugging

Headword:
ἀπερωέω
Headword (normalized):
ἀπερωέω
Headword (normalized/stripped):
απερωεω
IDX:
10466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10467
Key:

Data

{'content': 'to retire'}