Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπέριττος
ἀπεριττότης
ἀπερίττωτος
ἀπεριφερής
ἀπερίφραστος
ἀπεριφρονήτως
ἀπερίψυκτος
ἀπερριμμένως
ἀπέρρω
ἀπερρωγώς
ἀπερυγγάνω
ἀπερυθριάω
ἀπερύκω
ἀπερυσιβόω
ἀπερύω
ἀπέρχομαι
ἀπερωεύς
ἀπερωέω
ἀπερωπός
ἀπέρωτος
Ἀπέσας
View word page
ἀπερυγγάνω
belch forth, disgorge

ShortDef

belch forth, disgorge

Debugging

Headword:
ἀπερυγγάνω
Headword (normalized):
ἀπερυγγάνω
Headword (normalized/stripped):
απερυγγανω
IDX:
10459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10460
Key:

Data

{'content': 'belch forth, disgorge'}