Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπερίλυτος
ἀπεριμάχητος
ἀπεριμέριμνος
ἀπερινόητος
ἀπερίοπτος
ἀπεριόριστος
ἀπεριουσίαστος
ἀπεριπλάνητος
ἀπερίπνευστος
ἀπερίπτυκτος
ἀπερίπτωτος
ἀπερισάλπιγκτος
ἀπερίσκεπτος
ἀπερίσπαστος
ἀπερισσοτρύφητος
ἀπερίστατος
ἀπερίστικτος
ἀπερίτμητος
ἀπερίτρεπτος
View word page
ἀπερίπνευστος
sheltered from wind

ShortDef

sheltered from wind

Debugging

Headword:
ἀπερίπνευστος
Headword (normalized):
ἀπερίπνευστος
Headword (normalized/stripped):
απεριπνευστος
IDX:
10437
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10438
Key:

Data

{'content': 'sheltered from wind'}