Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπερίεργος
ἀπερίζομαι
ἀπεριήγητος
ἀπεριήχητος
ἀπεριθλάστως
ἀπερικάθαρτος
ἀπερικάλυπτος
ἀπερίκοπος
ἀπερίκτητος
ἀπερικτύπητος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπερίλυτος
ἀπεριμάχητος
ἀπεριμέριμνος
ἀπερινόητος
ἀπερίοπτος
ἀπεριόριστος
ἀπεριουσίαστος
ἀπεριπλάνητος
ἀπερίπνευστος
View word page
ἀπεριλάλητος
not to be out-talked

ShortDef

not to be out-talked

Debugging

Headword:
ἀπεριλάλητος
Headword (normalized):
ἀπεριλάλητος
Headword (normalized/stripped):
απεριλαλητος
IDX:
10427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10428
Key:

Data

{'content': 'not to be out-talked'}