Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπερίβλητος
ἀπεριγένητος
ἀπερίγραπτος
ἀπερίγραφος
ἀπεριέργαστος
ἀπεριεργία
ἀπερίεργος
ἀπερίζομαι
ἀπεριήγητος
ἀπεριήχητος
ἀπεριθλάστως
ἀπερικάθαρτος
ἀπερικάλυπτος
ἀπερίκοπος
ἀπερίκτητος
ἀπερικτύπητος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπερίλυτος
ἀπεριμάχητος
ἀπεριμέριμνος
View word page
ἀπεριθλάστως
without crushing

ShortDef

without crushing

Debugging

Headword:
ἀπεριθλάστως
Headword (normalized):
ἀπεριθλάστως
Headword (normalized/stripped):
απεριθλαστως
IDX:
10421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10422
Key:

Data

{'content': 'without crushing'}