Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπερείσιος
ἀπέρεισις
ἀπέρεισμα
ἀπερεύγομαι
ἀπέρευξις
ἀπερημόομαι
ἀπερητύω
ἀπεριάγνιστος
ἀπερίβλητος
ἀπεριγένητος
ἀπερίγραπτος
ἀπερίγραφος
ἀπεριέργαστος
ἀπεριεργία
ἀπερίεργος
ἀπερίζομαι
ἀπεριήγητος
ἀπεριήχητος
ἀπεριθλάστως
ἀπερικάθαρτος
ἀπερικάλυπτος
View word page
ἀπερίγραπτος
not cancelled, valid

ShortDef

not cancelled, valid

Debugging

Headword:
ἀπερίγραπτος
Headword (normalized):
ἀπερίγραπτος
Headword (normalized/stripped):
απεριγραπτος
IDX:
10413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10414
Key:

Data

{'content': 'not cancelled, valid'}