Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπεραντολογέω
ἀπεραντολόγος
ἀπέραντος
ἀπέρασις
ἀπέραστος
ἀπερατέον
ἀπέρατος
ἀπέρατος2
ἀπεράτωτος
ἀπεράω
ἀπεργάζομαι
ἀπεργασία
ἀπεργαστικός
ἄπεργος
ἀπέρδω
ἁπερεί
ἀπερείδω
ἀπερείσιος
ἀπέρεισις
ἀπέρεισμα
ἀπερεύγομαι
View word page
ἀπεργάζομαι
to finish off, turn out complete

ShortDef

to finish off, turn out complete

Debugging

Headword:
ἀπεργάζομαι
Headword (normalized):
ἀπεργάζομαι
Headword (normalized/stripped):
απεργαζομαι
IDX:
10396
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10397
Key:

Data

{'content': 'to finish off, turn out complete'}