Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπέκτασις
ἀπεκτείνω
ἀπέκτητος
ἄπεκτος
ἀπελασία
ἀπέλασις
ἀπέλαστος
ἀπελατέος
ἀπελάτης
ἀπελαύνω
ἀπελεγκτής
ἀπελεγμός
ἀπελέγχω
ἀπέλεθρος
ἀπελέκητος
ἀπελευθερία
ἀπελευθεριάζω
ἀπελευθερικός
ἀπελευθερισμός
ἀπελευθεριωτής
ἀπελεύθερος
View word page
ἀπελεγκτής
one who refutes

ShortDef

one who refutes

Debugging

Headword:
ἀπελεγκτής
Headword (normalized):
ἀπελεγκτής
Headword (normalized/stripped):
απελεγκτης
IDX:
10329
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10330
Key:

Data

{'content': 'one who refutes'}