Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπεκλεκτικός
ἀπεκλογή
ἀπεκλύω
ἀπεκρίπτω
ἀπέκτασις
ἀπεκτείνω
ἀπέκτητος
ἄπεκτος
ἀπελασία
ἀπέλασις
ἀπέλαστος
ἀπελατέος
ἀπελάτης
ἀπελαύνω
ἀπελεγκτής
ἀπελεγμός
ἀπελέγχω
ἀπέλεθρος
ἀπελέκητος
ἀπελευθερία
ἀπελευθεριάζω
View word page
ἀπέλαστος
unapproachable

ShortDef

unapproachable

Debugging

Headword:
ἀπέλαστος
Headword (normalized):
ἀπέλαστος
Headword (normalized/stripped):
απελαστος
IDX:
10325
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10326
Key:

Data

{'content': 'unapproachable'}