Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀδέλφιξις
ἀδέλφιον
ἀδελφίς
ἀδελφοδότης
ἀδελφόθεν
ἀδελφοκτονέω
ἀδελφοκτονία
ἀδελφοκτόνος
ἀδελφομιξία
ἀδελφόπαις
ἀδελφοποιός
ἀδελφοπρεπῶς
ἀδελφός
ἀδελφότης
ἀδέμνιος
ἄδενδρος
ἀδενοειδής
ἀδέξιος
Ἄδερ
ἀδερκής
ἄδερκτος
View word page
ἀδελφοποιός
adopting as a brother

ShortDef

adopting as a brother

Debugging

Headword:
ἀδελφοποιός
Headword (normalized):
ἀδελφοποιός
Headword (normalized/stripped):
αδελφοποιος
IDX:
1028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1029
Key:

Data

{'content': 'adopting as a brother'}