Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπειρολεχής
ἀπειρολογία
ἀπειρομάχας
ἀπειρομεγέθης
ἀπειρομείζων
ἀπειρόμοθος
ἀπειροπλασίων
ἀπειροπληθής
ἀπειρόπλους
ἀπειροποιός
ἀπειροπόλεμος
ἀπειρόπονος
ἄπειρος
ἄπειρος2
ἀπειροσύνη
ἀπειροτέρμων
ἀπειρότοκος
ἀπειροχρόνιος
ἀπειρόω
ἀπειρωδίν
ἀπείρων
View word page
ἀπειροπόλεμος
inexperienced in war

ShortDef

inexperienced in war

Debugging

Headword:
ἀπειροπόλεμος
Headword (normalized):
ἀπειροπόλεμος
Headword (normalized/stripped):
απειροπολεμος
IDX:
10288
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10289
Key:

Data

{'content': 'inexperienced in war'}