Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπειρόγωνος
ἀπειρόδακρυς
ἀπειροδιοικήτης
ἀπειρόδροσος
ἀπειροδύναμος
ἀπειροειδής
ἀπειροθάλαττος
ἀπειρόκακος
ἀπειροκαλεύομαι
ἀπειροκαλία
ἀπειρόκαλος
ἀπειρολεχής
ἀπειρολογία
ἀπειρομάχας
ἀπειρομεγέθης
ἀπειρομείζων
ἀπειρόμοθος
ἀπειροπλασίων
ἀπειροπληθής
ἀπειρόπλους
ἀπειροποιός
View word page
ἀπειρόκαλος
ignorant of the beautiful, without taste, tasteless, vulgar

ShortDef

ignorant of the beautiful, without taste, tasteless, vulgar

Debugging

Headword:
ἀπειρόκαλος
Headword (normalized):
ἀπειρόκαλος
Headword (normalized/stripped):
απειροκαλος
IDX:
10277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10278
Key:

Data

{'content': 'ignorant of the beautiful, without taste, tasteless, vulgar'}