Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀδελφιδέος
ἀδελφιδῆ
ἀδελφίδιον
ἀδελφίζω
ἀδελφικός
ἀδέλφιξις
ἀδέλφιον
ἀδελφίς
ἀδελφοδότης
ἀδελφόθεν
ἀδελφοκτονέω
ἀδελφοκτονία
ἀδελφοκτόνος
ἀδελφομιξία
ἀδελφόπαις
ἀδελφοποιός
ἀδελφοπρεπῶς
ἀδελφός
ἀδελφότης
ἀδέμνιος
ἄδενδρος
View word page
ἀδελφοκτονέω
to be murderer of a brother

ShortDef

to be murderer of a brother

Debugging

Headword:
ἀδελφοκτονέω
Headword (normalized):
ἀδελφοκτονέω
Headword (normalized/stripped):
αδελφοκτονεω
IDX:
1023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1024
Key:

Data

{'content': 'to be murderer of a brother'}