Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαχυρίζω
ἀπεγγυαλίζω
ἀπεγνωσμένως
ἀπεδίζω
ἀπέδιλος
ἄπεδος
ἄπεζος
ἀπεθίζω
ἀπεθιστέον
ἀπεῖδον
ἀπειδοποιέω
ἀπειθαρχία
ἀπείθεια
ἀπειθέω
ἀπειθήνιος
ἀπειθής
ἀπεικάζω
ἀπεικασία
ἀπείκασμα
ἀπεικασμός
ἀπεικαστέον
View word page
ἀπειδοποιέω
construct according to a pattern

ShortDef

construct according to a pattern

Debugging

Headword:
ἀπειδοποιέω
Headword (normalized):
ἀπειδοποιέω
Headword (normalized/stripped):
απειδοποιεω
IDX:
10218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10219
Key:

Data

{'content': 'construct according to a pattern'}