Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαστί
ἀπαστία
ἄπαστος
ἀπαστράπτω
ἀπάστραψις
ἀπασφαλίζω
ἀπασχολέω
ἀπασχολητέον
ἀπασχολία
ἀπάτα
ἀπαταγί
ἀπατάω
ἀπάτερθε
ἀπατεών
ἀπάτη
ἀπατήλιος
ἀπατηλός
ἀπάτημα
ἀπατήνωρ
ἀπάτησις
ἀπατητής
View word page
ἀπαταγί
noiselessly

ShortDef

noiselessly

Debugging

Headword:
ἀπαταγί
Headword (normalized):
ἀπαταγί
Headword (normalized/stripped):
απαταγι
IDX:
10150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10151
Key:

Data

{'content': 'noiselessly'}