Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαρκούντως
ἀπαρκτέον
ἀπαρκτίας
ἀπάρκτιος
ἀπαρνέομαι
ἀπάρνησις
ἀπαρνητής
ἀπαρνητικός
ἄπαρνος
ἀπαρόδευτος
ἀπαρόξυντος
ἀπαρόρμητος
ἀπαρουσιάστως
ἀπάροχος
ἀπαρόω
ἀπαρρενόω
ἀπαρρησίαστος
ἄπαρσις
ἀπαρτάω
ἀπαρτής
ἀπάρτησις
View word page
ἀπαρόξυντος
without paroxysms

ShortDef

without paroxysms

Debugging

Headword:
ἀπαρόξυντος
Headword (normalized):
ἀπαρόξυντος
Headword (normalized/stripped):
απαροξυντος
IDX:
10107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10108
Key:

Data

{'content': 'without paroxysms'}