Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαρεγχείρητος
ἀπαρέμφατος
ἀπαρενόχλητος
ἀπαρενφύμητος
ἀπαρέσκομαι
ἀπαρέσκω
ἀπαρεστός
ἀπαρηγόρητος
ἀπαρήγορος
ἀπαρθένευτος
ἀπάρθενος
ἀπαρθρόομαι
ἀπάρθρωσις
ἀπαριθμέω
ἀπαρίθμησις
ἀπαρίνη
ἀπαρινής
ἀπάριστα
ἀπαριστάω
ἀπαρκέω
ἀπαρκής
View word page
ἀπάρθενος
no more a maid

ShortDef

no more a maid

Debugging

Headword:
ἀπάρθενος
Headword (normalized):
ἀπάρθενος
Headword (normalized/stripped):
απαρθενος
IDX:
10086
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10087
Key:

Data

{'content': 'no more a maid'}