Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπαράστατος
ἀπαρασχημάτιστος
ἀπαράτατος
ἀπαρατήρητος
ἀπαράτιλτος
ἀπαράτρεπτος
ἀπάραυξος
ἀπαράφθορος
ἀπαραφύλακτος
ἀπαραχάρακτος
ἀπαράχυτος
ἀπαραχώρητος
ἀπαργία
ἄπαργμα
ἀπαργυρίζω
ἀπαργυρισμός
ἀπαρέγκλιτος
ἀπαρεγχείρητος
ἀπαρέμφατος
ἀπαρενόχλητος
ἀπαρενφύμητος
View word page
ἀπαράχυτος
without anything poured in, unmixed

ShortDef

without anything poured in, unmixed

Debugging

Headword:
ἀπαράχυτος
Headword (normalized):
ἀπαράχυτος
Headword (normalized/stripped):
απαραχυτος
IDX:
10069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-10070
Key:

Data

{'content': 'without anything poured in, unmixed'}