Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Ἑκάτη
ἑκατογκάρανος
ἑκατογκεφάλας
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
Ἑκατομβαιών
ἑκατόμβη
ἑκατόμβοιος
ἑκατόμπεδος
ἑκατόμπολις
ἑκατόμπους
ἑκατόμπυλος
ἑκατόν
ἑκατονταετηρίς
ἑκατοντάλαντος
ἑκατονταπλασίων
ἑκατοντάπυλος
ἑκατοντάρχης
ἑκατόνταρχος
ἑκατοντάς
ἑκατοντόργυιος
View word page
ἑκατόμπους
ἑκατόμπους hundred-footed, Soph.

ShortDef

hundred-footed

Debugging

Headword:
ἑκατόμπους
Headword (normalized):
ἑκατόμπους
Headword (normalized/stripped):
εκατομπους
IDX:
9935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9938
Key:
e(kato/mpous

Data

{'content': 'ἑκατόμπους\n hundred-footed, Soph.', 'key': 'e(kato/mpous'}