Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἑκασταχοῦ
ἑκάστοθι
ἕκαστος
ἑκάστοτε
Ἑκαταῖος
ἑκατεράκις
ἑκάτερθε
ἑκάτερος
ἑκατέρωθεν
ἑκατέρωθι
ἑκατέρωσε
ἑκατηβελέτης
ἑκατηβόλος
Ἑκάτη
ἑκατογκάρανος
ἑκατογκεφάλας
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
Ἑκατομβαιών
ἑκατόμβη
ἑκατόμβοιος
View word page
ἑκατέρωσε
ἑκατέρωσε to each side, each way, both ways, Plat., Xen.
ShortDef
to each side, each way, both ways
Debugging
Headword:
ἑκατέρωσε
Headword (normalized):
ἑκατέρωσε
Headword (normalized/stripped):
εκατερωσε
IDX:
9922
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9925
Key:
e(kate/rwse
Data
{'content': 'ἑκατέρωσε\n to each side, each way, both ways, Plat., Xen.', 'key': 'e(kate/rwse'}