Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἑκασταχόθι
ἑκασταχοῖ
ἑκασταχόσε
ἑκασταχοῦ
ἑκάστοθι
ἕκαστος
ἑκάστοτε
Ἑκαταῖος
ἑκατεράκις
ἑκάτερθε
ἑκάτερος
ἑκατέρωθεν
ἑκατέρωθι
ἑκατέρωσε
ἑκατηβελέτης
ἑκατηβόλος
Ἑκάτη
ἑκατογκάρανος
ἑκατογκεφάλας
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
View word page
ἑκάτερος
ἑκάτερος each of two, either, each singly, Hdt., etc.:—in sg., with a pl. noun, like Lat. uterque, ταῦτα εἰπόντες ἀπῆλθον ἑκάτερος Xen.; except when each party is a pl., Plat.

ShortDef

each of two, either, each singly

Debugging

Headword:
ἑκάτερος
Headword (normalized):
ἑκάτερος
Headword (normalized/stripped):
εκατερος
IDX:
9919
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9922
Key:
e(ka/teros

Data

{'content': 'ἑκάτερος\n each of two, either, each singly, Hdt., etc.:—in sg., with a pl. noun, like Lat. uterque, ταῦτα εἰπόντες ἀπῆλθον ἑκάτερος Xen.; except when each party is a pl., Plat.', 'key': 'e(ka/teros'}