Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἰλάρχης
Εἰλείθυια
εἰλεός
εἰληδόν
εἱληθερέω
εἱληθερής
Εἰλήθυια
εἵλη
εἴλη
εἵλησις
εἰλικρινής
εἷλιξ
εἰλίπους
εἰλιτενής
εἴλυμα
εἰλυός
εἰλυσπάομαι
εἰλυφάζω
εἰλύω
εἴλω
Εἵλως
View word page
εἰλικρινής
εἰλικρινής εἰλῐ-κρῐνής, ές unmixed, without alloy, pure, Lat. sincerus, Xen., Plat.; εἰλικρινεῖ τῇ διανοίᾳ χρώμενος using pure intellect, Plat.; εἰλ. ἀδικία sheer in justice, Xen. adv. -νῶς, without mixture, of itself, simply, absolutely, Plat. The origin of εἰλι- is uncertain.

ShortDef

unmixed, without alloy, pure

Debugging

Headword:
εἰλικρινής
Headword (normalized):
εἰλικρινής
Headword (normalized/stripped):
ειλικρινης
IDX:
9702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9705
Key:
ei)likrinh/s

Data

{'content': 'εἰλικρινής\n εἰλῐ-κρῐνής, ές\n unmixed, without alloy, pure, Lat. sincerus, Xen., Plat.; εἰλικρινεῖ τῇ διανοίᾳ χρώμενος using pure intellect, Plat.; εἰλ. ἀδικία sheer in justice, Xen.\n adv. -νῶς, without mixture, of itself, simply, absolutely, Plat.\n The origin of εἰλι- is uncertain.', 'key': 'ei)likrinh/s'}