Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
εἰκοσαετής
εἰκοσάκις
εἰκοσάμηνος
εἰκοσάπηχυς
εἰκοσάς
εἰκοσέτης
εἰκοσιετής
εἰκοσινήριτος
εἴκοσι
εἰκοσίπηχυς
εἰκόσορος
εἰκός
εἰκοστή
εἰκοστολόγος
εἰκοστός
εἰκοσώρυγος
εἰκότως
εἰκών
εἴκω
εἰλαδόν
εἰλαπινάζω
View word page
εἰκόσορος
εἰκόσορος εἴκοσι, ἐρέσσω with twenty oars, Od.
ShortDef
with twenty oars
Debugging
Headword:
εἰκόσορος
Headword (normalized):
εἰκόσορος
Headword (normalized/stripped):
εικοσορος
IDX:
9678
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9681
Key:
ei)ko/soros
Data
{'content': 'εἰκόσορος\n εἴκοσι, ἐρέσσω\n with twenty oars, Od.', 'key': 'ei)ko/soros'}